Λέξη: γάζα

Σχετικές λέξεις: γάζα

γάζα παλαιστίνη, γάζα για στολισμό, γάζα πόλεμος, γάζα κομμένη, γάζα με το μέτρο, γάζα μεταξοτυπίας, γάζα τόπι, γάζα ερχόμαστε, γάζα μπομπονιέρα, γάζα english

Συνώνυμα: γάζα

αραχνιά, ιστός αράχνης

Μεταφράσεις: γάζα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gauze, Gaza, dressing, gauze pad
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gasa, la gasa, de gasa, gasa de, una gasa
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gaze, mull, Gaze, Mull, Gewebe
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gaze, la gaze, de gaze, toile, une gaze
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
garza, della garza, garze, di garza, garza di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gaze, de gaze, gazes, gauze, gaze de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gaas, gazen, gaasje, verbandgaas, een gaasje
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
марля, дымка, газ, марли, марлевые, марлю, марлей
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gasbind, gas, kompress, gauze, bandasjer
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gasväv, gasbinda, kompress, trådnät, förbandsgas
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harso, harsokangas, sideharso, sideharsolla, sideharsoa, gauze
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gaze, trådvæv, gazebind, drejervævet, gazen
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
gáza, mul, gázu, gázy, síť látková, použít gázu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gaza, z gazy, gauze, użyć siatki, gazę
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
füstfátyol, fátyolszövet, géz, gézzel, gézt, mull, háló
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tül, gazlı bez, gazlı, Gaz bezi, gauze
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
марля, димку, газ, марлі
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
garzë, garzë të, fashë, gozhde, garzave
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
марля, марли, бинтове, гаце
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
марля, марляй, марлю
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
gaasriie, marli, võrk, ažuurne riie, ažuurne, alumiiniumtraadist võrk
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gaza, gaze, gauze, od gaze
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grisja, grisjur, grisju
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
marlė, marlės, būti panaudoti tinkleliai, panaudoti tinkleliai, gazas
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
marle, marles, marli, sietu, izmantot sietu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
газа, гази, газата, се гази, користат газа
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tifon, de tifon, tesute, un tifon, din tifon
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gáza, mul, gaza, gaze, gazo, uporabljajo gaza, iz gaze
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mul, gáza, gázu, gázy

Στατιστικά δημοτικότητας: γάζα

Τυχαίες λέξεις