Accoucher στα ελληνικά

Μετάφραση: accoucher, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίδω, εργασία, κοπιάζω, εργάζομαι, εκφωνώ, γεννώ, γεννοβολώ, παράγω, γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
Accoucher στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accouchement στα ελληνικά - παραλαβή, παράδοση, διανομή, παράδοσης, παροχής, παροχή
  • accouchent στα ελληνικά - περιορίζω, περιστέλλω, γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
Τυχαίες λέξεις
Accoucher στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίδω, εργασία, κοπιάζω, εργάζομαι, εκφωνώ, γεννώ, γεννοβολώ, παράγω, γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή