Adhésif στα ελληνικά
Μετάφραση: adhésif, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστίχα, κολλώ, χώνω, πρόχειρος, εύχρηστος, μέγεθος, κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adhérées στα ελληνικά - τηρούνται, τηρηθεί, τηρηθούν, προσκολλάται, τηρείται
- adhérés στα ελληνικά - συνδεδεμένο, συνδεδεμένα, συνδέεται, συνδεδεμένη, ενωμένο
- adhésion στα ελληνικά - συνδέω, εμμονή, λήμμα, καταχώρηση, προσκόλληση, είσοδος, δεσμός, ...
- adhésive στα ελληνικά - κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Τυχαίες λέξεις
Adhésif στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστίχα, κολλώ, χώνω, πρόχειρος, εύχρηστος, μέγεθος, κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
Μεταφράσεις: μαστίχα, κολλώ, χώνω, πρόχειρος, εύχρηστος, μέγεθος, κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας