Affamé στα ελληνικά

Μετάφραση: affamé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμοκτονεί, starves, λιμοκτονία, τη λιμοκτονία, λιμοκτονία της
Affamé στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • affamant στα ελληνικά - πεθαίνουν από την πείνα, λιμοκτονούν, που λιμοκτονούν, πεινασμένους, λιμοκτονεί
  • affament στα ελληνικά - λιμοκτονώ, πεινώ, πεθαίνω της πείνας, λιμοκτονήσουν, λιμοκτονούν, να λιμοκτονήσουν, λιμοκτονήσει
  • affamer στα ελληνικά - πεινώ, λιμοκτονώ, πεθαίνω της πείνας, λιμοκτονήσουν, λιμοκτονούν, να λιμοκτονήσουν, λιμοκτονήσει
Τυχαίες λέξεις
Affamé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμοκτονεί, starves, λιμοκτονία, τη λιμοκτονία, λιμοκτονία της