Aguerrissent στα ελληνικά

Μετάφραση: aguerrissent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πειθαρχία, πειθαρχώ, τραχύνομαι, σκληρύνομαι, τραχύνω, σκληρύνω, σκληρύνει
Aguerrissent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aguerris στα ελληνικά - πειθαρχώ, πειθαρχία, ωριμασμένο, καρυκεύματα, έμπειρος, έμπειρο, καρυκευμένο
  • aguerrissez στα ελληνικά - πειθαρχώ, πειθαρχία
  • aguerrissons στα ελληνικά - πειθαρχώ, πειθαρχία
Τυχαίες λέξεις
Aguerrissent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πειθαρχία, πειθαρχώ, τραχύνομαι, σκληρύνομαι, τραχύνω, σκληρύνω, σκληρύνει