Apparentage στα ελληνικά
Μετάφραση: apparentage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, συνάφεια, έλξη, αγχιστεία
Μεταφράσεις
- apparent στα ελληνικά - κάμπος, σκέτος, περίβλεπτος, κατηγορηματικός, δήθεν, προφανής, φαινομενικός, ...
- apparenta στα ελληνικά - συγγενής, παρόμοια, μοιάζει, παρόμοιο, προσομοιάζει
- apparentant στα ελληνικά - συγγενής, παρόμοια, μοιάζει, παρόμοιο, προσομοιάζει
Τυχαίες λέξεις
Apparentage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, συνάφεια, έλξη, αγχιστεία
Μεταφράσεις: σχέση, συνάφεια, έλξη, αγχιστεία