Asséner στα ελληνικά

Μετάφραση: asséner, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απεργία, χτυπώ, δώσει, να δώσει, δίνουν, δώσουν, να
Asséner στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assénant στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ
  • assénez στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, ξιφισμός, Lunge, βαθύ κάθισμα, ξιφίζω, βαθιά κάμψη
  • assénons στα ελληνικά - χτυπώ, απεργία
Τυχαίες λέξεις
Asséner στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απεργία, χτυπώ, δώσει, να δώσει, δίνουν, δώσουν, να