Αδέσμευτος στα αγγλικά

Μετάφραση: αδέσμευτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freelance, unattached, unpleadged, uncommitted, unfettered, unbound
Αδέσμευτος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αδέσμευτος

unattached
  • ασύνδετος
  • αδέσμευτος
unfettered
  • αδέσμευτος
unpleadged
  • αδέσμευτος
uncommitted
  • μη εκτεθειμένος
  • αδέσμευτος
  • αδήλωτος
under no obligation
  • αδέσμευτος

Σχετικές λέξεις: αδέσμευτος

αδέσμευτος τύπος επικοινωνία, αδέσμευτος τύπος αρχείο, αδέσμευτος τύπος διεύθυνση, αδέσμευτος κλίση, αδέσμευτος τύπος, αδέσμευτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αδέσμευτος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αδένας στα αγγλικά - gland, follicle, gland is, glands, gland in
  • αδέξιος στα αγγλικά - awkward, gawky, inept, maladroit, heavy-handed, slouch, clumsy, ...
  • αδέσποτος στα αγγλικά - stray, ownerless, masterless, trove, trove of
  • αδίκημα στα αγγλικά - offence, offense, an offense, crime, offense is, offenses
Τυχαίες λέξεις
Αδέσμευτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: freelance, unattached, unpleadged, uncommitted, unfettered, unbound