Baignent στα ελληνικά

Μετάφραση: baignent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λούζομαι, λούζω, περιλούω, λούομαι, λούω, το μπάνιο
Baignent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baignant στα ελληνικά - μπάνιο, κολύμβησης, κολυμβήσεως, κολύμβηση, κολυμβητικής
  • baigne στα ελληνικά - Μπανιέρες, λουτρών, λουτρά, bathes, λούζει
  • baigner στα ελληνικά - ύδωρ, ποτίζω, ροή, ρέω, πλύνω, κατακλύζω, κατακλυσμός, ...
  • baigneur στα ελληνικά - λουομένος, λουόμενος, λουόμενο, λουόμενου, ο λουόμενος
Τυχαίες λέξεις
Baignent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λούζομαι, λούζω, περιλούω, λούομαι, λούω, το μπάνιο