Bientôt στα ελληνικά

Μετάφραση: bientôt, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
Bientôt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bienséance στα ελληνικά - κοσμιότητα, φρονιμάδα, ευπρέπεια, ορθότητα, ευπρέπειας, νομιμότητα
  • bienséant στα ελληνικά - πρέπων, ευπρεπής, σωστός, καθωσπρέπει, πρόσφορος, μετριόφρων, σεμνός, ...
  • bienveillance στα ελληνικά - καλοσύνη, χάρη, φιλανθρωπία, ρουσφέτι, ευνοώ, στη γενναιοδωρία, καλοκαγαθία, ...
  • bienveillant στα ελληνικά - συνετός, ήπιος, είδος, ευγενικός, φιλικός, φρόνιμος, καλοκάγαθος, ...
Τυχαίες λέξεις
Bientôt στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα