Λέξη: πηγούνι

Σχετικές λέξεις: πηγούνι

έντονο πηγούνι, πηγούνι μετάφραση, αποτρίχωση πηγούνι, θεληματικό πηγούνι, τετράγωνο πηγούνι, ονειροκρίτης πηγούνι

Συνώνυμα: πηγούνι

κάτω σιαγόνα

Μεταφράσεις: πηγούνι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chin, the chin, his chin
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
barba, mentón, barbilla, la barbilla, el mentón, chin
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kinn, Kinn, das Kinn, Kinns
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
barbe, menton, RCIP, CHIN, le menton, du RCIP
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mento, il mento, chin, del mento, mentoniera
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
queixo, o queixo, do queixo, chin, mento
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kin, de kin, chin
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подбородок, подбородка, подбородком, подбородке
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hake, haken, chin, haka
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
haka, hakan, chin
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
leuka, leuan, chin, leuassa, leukansa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hage, hagen, chin
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
brada, Chin, bradu, brady, bradou
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podbródek, broda, chin, podbródka, brody
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
áll, állát, álla, állán, chin
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çene, Chin, çenesi, bir çene
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підборіддя
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mjekër, gushë, chin, mjekër të, muhabet, mjekra
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
брада, брадичката, брадичка, брадата, на брадичката
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падбародак, падбароддзе
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lõug, lõua, lõual, chin, lõuga
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
brada, podbradak, brade, bradu, chin
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
haka, Chin, höku, höku sem, hakan
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
smakras, Chin, smakro, taisome, chinas
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zods, Chin, zoda, zods uz, zodu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
брадата, брада, на брадата, за брада, за брадата
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bărbie, bărbia, barbie, barbia, chin
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
brada, brado, chin, brade, bradi
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
brada, brada pórolistá
Τυχαίες λέξεις