Blessées στα ελληνικά
Μετάφραση: blessées, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβωμένος, τραυματισμένος, τραυματίας, τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε, τραυματίες, τραυματίζονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blessé στα ελληνικά - τραυματίζω, λαβωμένος, πονώ, θύμα, φτερωτός, χτυπώ, πληγώνω, ...
- blessée στα ελληνικά - λαβωμένος, τραυματισμένος, τραυματίας, τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε, τραυματίες, τραυματίζονται
- blessés στα ελληνικά - λαβωμένος, τραυματισμένος, τραυματίας, τραυματίες, τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε, τραυματιών
- blet στα ελληνικά - υπερώριμα, υπερώριμες, από υπερώριμα, overripe, υπερώριμων
Τυχαίες λέξεις
Blessées στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβωμένος, τραυματισμένος, τραυματίας, τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε, τραυματίες, τραυματίζονται
Μεταφράσεις: λαβωμένος, τραυματισμένος, τραυματίας, τραυματίστηκαν, τραυματίστηκε, τραυματίες, τραυματίζονται