Bonnet στα ελληνικά
Μετάφραση: bonnet, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγιάσκα, πίλος, σκούφος, καπέλο, θήκη, καπό, του καλύμματος κινητήρα, μέρους του καλύμματος κινητήρα, άκρου του καλύμματος κινητήρα, καπό του κινητήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bonne στα ελληνικά - καλός, καλή, καλό, καλής, καλές
- bonnement στα ελληνικά - ανοιχτά, απλά, απλώς, ειλικρινά, απλή, μόνο, απλά να
- bonté στα ελληνικά - αγαθός, φιλανθρωπία, καλός, καλοσύνη, την καλοσύνη, καλοσύνης, τω Θεώ, ...
- bonus στα ελληνικά - κίνητρο, πριμ, δώρο, μπόνους, επίδομα, επιδομάτων
Τυχαίες λέξεις
Bonnet στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγιάσκα, πίλος, σκούφος, καπέλο, θήκη, καπό, του καλύμματος κινητήρα, μέρους του καλύμματος κινητήρα, άκρου του καλύμματος κινητήρα, καπό του κινητήρα
Μεταφράσεις: τραγιάσκα, πίλος, σκούφος, καπέλο, θήκη, καπό, του καλύμματος κινητήρα, μέρους του καλύμματος κινητήρα, άκρου του καλύμματος κινητήρα, καπό του κινητήρα