Bourgeonnement στα ελληνικά
Μετάφραση: bourgeonnement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανερχόμενος, νεαρός, εκκολαπτόμενους, εκβλάστηση, εκβλάστησης, βλαστάνοντας, εκκολαπτόμενος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bourgeoisie στα ελληνικά - αστική τάξη, αστικής τάξης, μπουρζουαζία, μπουρζουαζίας, τάξη
- bourgeon στα ελληνικά - μπουμπούκι, σπυρί, πρωτοεμφανίζομαι, οφθαλμός, bud, γενέσει, οφθαλμό
- bourgeonner στα ελληνικά - πρωτοεμφανίζομαι, γεννώ, φυτρώνω, μπουμπούκι, προέρχομαι, βλαστάνω, οφθαλμός, ...
- bourgmestre στα ελληνικά - δήμαρχος, δημάρχου, δήμαρχο, Mayor, ο Δήμαρχος
Τυχαίες λέξεις
Bourgeonnement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανερχόμενος, νεαρός, εκκολαπτόμενους, εκβλάστηση, εκβλάστησης, βλαστάνοντας, εκκολαπτόμενος
Μεταφράσεις: ανερχόμενος, νεαρός, εκκολαπτόμενους, εκβλάστηση, εκβλάστησης, βλαστάνοντας, εκκολαπτόμενος