Branche στα ελληνικά
Μετάφραση: branche, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπράτσο, επιχείρηση, άκρο, μέλος, επαρχία, πειθαρχία, κλαδί, πόδι, όπλο, κλάδος, στάδιο, χέρι, υπόθεση, αρμοδιότητα, κλαδάκι, δουλειές, hipster, εσώρουχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- branchant στα ελληνικά - συνδέοντας, συνδέσετε, σύνδεση, να συνδέσετε, τη σύνδεση
- branchement στα ελληνικά - παρακλάδι, παραφυάδα, κλαδί, βλαστός, κλάδος, υποκατάστημα, σύνδεση, ...
- branchent στα ελληνικά - συνδέω, συνδεθείτε, συνδέστε, συνδέσετε, συνδέουν, συνδεθεί
Τυχαίες λέξεις
Branche στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπράτσο, επιχείρηση, άκρο, μέλος, επαρχία, πειθαρχία, κλαδί, πόδι, όπλο, κλάδος, στάδιο, χέρι, υπόθεση, αρμοδιότητα, κλαδάκι, δουλειές, hipster, εσώρουχο
Μεταφράσεις: μπράτσο, επιχείρηση, άκρο, μέλος, επαρχία, πειθαρχία, κλαδί, πόδι, όπλο, κλάδος, στάδιο, χέρι, υπόθεση, αρμοδιότητα, κλαδάκι, δουλειές, hipster, εσώρουχο