Cécité στα ελληνικά
Μετάφραση: cécité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bricolé στα ελληνικά - hacked, χαραχτεί, παραβίασε, σιδηροπρίονο, εισβολή
- cherché στα ελληνικά - αναζήτησε, ζητείται, επιδιώκεται, ζήτησε, επιδίωξε
- chiffrée στα ελληνικά - κρυπτογραφημένα, κρυπτογραφημένη, κρυπτογραφημένο, κρυπτογραφημένων, κρυπτογραφημένες
- clarifiez στα ελληνικά - αποσαφηνίζω, διασαφηνίζω, διευκρινίσει, αποσαφηνίσει, αποσαφήνιση, να διευκρινίσει, διευκρινιστεί
Τυχαίες λέξεις
Cécité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα
Μεταφράσεις: τύφλωση, τύφλωσης, την τύφλωση, η τύφλωση, τυφλότητα