Λέξη: τσόφλι
Σχετικές λέξεις: τσόφλι
τσόφλι αυγού, τσόφλι αμυγδάλου, τσόφλι αυγών
Συνώνυμα: τσόφλι
περικάρπιο οστρείου, φλούδα
Μεταφράσεις: τσόφλι
τσόφλι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eggshell, pod, shell, in shell, Shelled
τσόφλι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vaina, pod, cápsula, vaina de, la vaina
τσόφλι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eierschale, Schote, Hülse, pod
τσόφλι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coque, écaille, coquille, test, nacelle, cosse, pod, gousse, module
τσόφλι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
baccello, pod, contenitore, cialda, baccello di
τσόφλι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vagem, pod, pod de, vagem de, vagens
τσόφλι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
peul, POD, de POD, dop
τσόφλι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
стручок, Pod, Под, стручка
τσόφλι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pod, soren, av Pod
τσόφλι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pod, fröskida, kapseln, heten, kapsel
τσόφλι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
palko, pod, sensori
τσόφλι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pod, bælg, af Pod, flok
τσόφλι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
skořápka, lusk, pod
τσόφλι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
skorupa, skorupka, strąk, pod
τσόφλι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hüvely, pod, tok
τσόφλι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koza, pod, bakla, bölmesi, Bölme
τσόφλι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стручок
τσόφλι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bishtajë, pod, mbështjellëse, mbulesë, lëvozhgë
τσόφλι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шушулка, под, пад, капсула, пада
τσόφλι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
струк, стручок, спелы струк гароху
τσόφλι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
munakoor, kaun, Pod, kiiruseandur, kauna, gondli
τσόφλι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mahuna, pod, patrona, senzor
τσόφλι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Pod, fræbelgur
τσόφλι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ankštis, Pod, ankšties, ankštimis
τσόφλι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pāksts, pod, pāksti, Pākstis
τσόφλι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
pod, поразделение, мешунка, малку млеко, конзола за
τσόφλι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
păstaie, pod, navetă, păstăi, capsulă
τσόφλι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pod, senzor
τσόφλι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
struk, lusk, struky