Caustique στα ελληνικά
Μετάφραση: caustique, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυελλώδης, δηκτικός, σαρκαστικός, πικρός, καυστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- causez στα ελληνικά - αιτία, σκοπός, προκαλώ, προξενώ, κουβέντα, συνομιλήσετε, συνομιλία, ...
- causons στα ελληνικά - προκαλώ, αιτία, προξενώ, σκοπός, ας μιλήσουμε, μιλήστε, ας μιλήσουμε για, ...
- causâmes στα ελληνικά - συνδιαλεγόμενα, κουβεντιάζαμε, συνομίλησε, συζήτησε, συνομίλησαν
- causèrent στα ελληνικά - προκαλείται, προκαλούνται, που προκαλείται, που προκαλούνται, προκάλεσε
Τυχαίες λέξεις
Caustique στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυελλώδης, δηκτικός, σαρκαστικός, πικρός, καυστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού
Μεταφράσεις: θυελλώδης, δηκτικός, σαρκαστικός, πικρός, καυστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού