Compléter στα ελληνικά
Μετάφραση: compléter, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπληρωματικός, περατώνω, αναπληρώ, ολόκληρος, συμπλήρωμα, ολοκληρώνω, συμπληρώνω, ανεφοδιάζω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- complétant στα ελληνικά - πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση, γέμισμα
- complétez στα ελληνικά - περατώνω, ολόκληρος, ολοκληρώνω, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, ...
- complétons στα ελληνικά - ολόκληρος, περατώνω, ολοκληρώνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Compléter στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπληρωματικός, περατώνω, αναπληρώ, ολόκληρος, συμπλήρωμα, ολοκληρώνω, συμπληρώνω, ανεφοδιάζω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Μεταφράσεις: συμπληρωματικός, περατώνω, αναπληρώ, ολόκληρος, συμπλήρωμα, ολοκληρώνω, συμπληρώνω, ανεφοδιάζω, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί