Συμπληρωματικός στα γαλλικά
Μετάφραση: συμπληρωματικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
supplémentaire, auxiliaire, additif, compléter, supplément, accessoire, complémentaire, additionnel, complémentaires, complémentarité, complément
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπληρωματικός
συμπληρωματικός φόρος 3, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων 2014, συμπληρωματικός φόρος στο εισόδημα από ακίνητα, συμπληρωματικός φόρος μισθωμάτων, συμπληρωματικός φόρος ακινήτων, συμπληρωματικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, συμπληρωματικός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- συμπλέκομαι στα γαλλικά - querelle, dispute, chamaillerie, mêlée, bataille, bagarre*, tapage, ...
- συμπλήρωμα στα γαλλικά - indemnité, appendice, attribut, auxiliaire, suppléer, aide, supplément, ...
- συμπληρώνω στα γαλλικά - accessoire, parfaire, indemnité, appendice, compléter, ajout, suppléer, ...
- συμπλοκή στα γαλλικά - s'user, effiler, rixe, tapage, querelle, effilocher, parfiler, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπληρωματικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: supplémentaire, auxiliaire, additif, compléter, supplément, accessoire, complémentaire, additionnel, complémentaires, complémentarité, complément
Μεταφράσεις: supplémentaire, auxiliaire, additif, compléter, supplément, accessoire, complémentaire, additionnel, complémentaires, complémentarité, complément