Concourir στα ελληνικά

Μετάφραση: concourir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραβγαίνω, αντίπαλος, συναγωνίζομαι, διαγωνίζομαι, αντίζηλος, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ανταγωνιστούν, ανταγωνισμό, ανταγωνίζεται
Concourir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • azuré στα ελληνικά - γαλανός, κυανός, γαλάζιος, γαλάζιο, γαλάζια, γαλανά, καταγάλανα
  • carrelet στα ελληνικά - γλώσσα, ευρωπαϊκής χωματίδας, χωματίδας, ευρωπαϊκή χωματίδα, χωματίδα
  • certifie στα ελληνικά - πιστοποιεί, πιστοποιούν, βεβαιώνει, βεβαιώσει
  • cervelle στα ελληνικά - εγκέφαλος, νοημοσύνη, φυλάξου, εγκεφάλους, εγκέφαλοι, μυαλά, εγκεφάλων, ...
Τυχαίες λέξεις
Concourir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραβγαίνω, αντίπαλος, συναγωνίζομαι, διαγωνίζομαι, αντίζηλος, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ανταγωνιστούν, ανταγωνισμό, ανταγωνίζεται