Cri στα ελληνικά
Μετάφραση: cri, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριγγλίζω, κραυγή, κατακραυγή, επιτήδευμα, αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγάζω, κλήση, τηλεφωνώ, επιφώνημα, στριγκλίζω, στριγκλιά, κλάμα, την κραυγή, φωνή, cry
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autoritariste στα ελληνικά - απολυταρχικός, αυταρχική, αυταρχικό, αυταρχικά, αυταρχικών
- auxiliaire στα ελληνικά - επικουρία, ακόλουθος, δευτερεύων, θυγατρική, βοήθεια, υποβοηθητικός, βοήθημα, ...
- biélorussie στα ελληνικά - Λευκορωσία, belarus, Λευκορωσίας, τη Λευκορωσία
- chassée στα ελληνικά - οδηγείται, με γνώμονα, γνώμονα, οδηγούνται, κινείται
Τυχαίες λέξεις
Cri στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριγγλίζω, κραυγή, κατακραυγή, επιτήδευμα, αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγάζω, κλήση, τηλεφωνώ, επιφώνημα, στριγκλίζω, στριγκλιά, κλάμα, την κραυγή, φωνή, cry
Μεταφράσεις: στριγγλίζω, κραυγή, κατακραυγή, επιτήδευμα, αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγάζω, κλήση, τηλεφωνώ, επιφώνημα, στριγκλίζω, στριγκλιά, κλάμα, την κραυγή, φωνή, cry