Crier στα ελληνικά

Μετάφραση: crier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναφωνώ, στριγκλίζω, κλαίω, στριγγλίζω, δακτυλίδι, βελάζω, χλιμιντρίζω, κραυγή, στριγκλιά, γρύζω, μάτι, κλήση, δαχτυλίδι, κραυγάζω, φωνάζω, τηλέφωνο, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Crier στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amortissant στα ελληνικά - απόσβεσης, απόσβεση, αποσβέσεως, την απόσβεση, της απόσβεσης
  • animalesque στα ελληνικά - ζώο, κτήνος
  • approvisionne στα ελληνικά - προμήθειες, προμηθειών, παραδόσεις, εφοδιασμού, αναλώσιμα
  • causâmes στα ελληνικά - συνδιαλεγόμενα, κουβεντιάζαμε, συνομίλησε, συζήτησε, συνομίλησαν
Τυχαίες λέξεις
Crier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναφωνώ, στριγκλίζω, κλαίω, στριγγλίζω, δακτυλίδι, βελάζω, χλιμιντρίζω, κραυγή, στριγκλιά, γρύζω, μάτι, κλήση, δαχτυλίδι, κραυγάζω, φωνάζω, τηλέφωνο, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα