Débauche στα ελληνικά
Μετάφραση: débauche, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταραχή, ξεμαύλισμα, ξεμαυλίζω, όργιο, μαύλισμα, ακολασία, πληθώρα, μαυλίζω, ξεφάντωμα, ασωτία, εκμαυλίζω, κραιπάλη, ακολασίες, ακολασίας, της ακολασίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accoutumer στα ελληνικά - εξοικειώνω, συνηθίζω, εγκλιματίζομαι, εξοικειώνομαι, συνηθίσουν, εξοικείωση, εξοικειωθούν, ...
- alchimie στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημείας, η αλχημεία, την αλχημεία, alchemy
- appréhendées στα ελληνικά - συνελήφθη, συνελήφθησαν, συλληφθεί, συνέλαβαν, συνέλαβε
- chausson στα ελληνικά - παντόφλα, slipper, παντόφλες, παντόφλας, παντοφλών
Τυχαίες λέξεις
Débauche στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταραχή, ξεμαύλισμα, ξεμαυλίζω, όργιο, μαύλισμα, ακολασία, πληθώρα, μαυλίζω, ξεφάντωμα, ασωτία, εκμαυλίζω, κραιπάλη, ακολασίες, ακολασίας, της ακολασίας
Μεταφράσεις: ταραχή, ξεμαύλισμα, ξεμαυλίζω, όργιο, μαύλισμα, ακολασία, πληθώρα, μαυλίζω, ξεφάντωμα, ασωτία, εκμαυλίζω, κραιπάλη, ακολασίες, ακολασίας, της ακολασίας