Dévêtir στα ελληνικά
Μετάφραση: dévêtir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γυμνώνω, εκδύω, γδύνομαι, γδύνω, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις
- assister στα ελληνικά - στήριγμα, επικουρία, βοηθός, συμπαράσταση, βοηθώ, υποστήριγμα, βοήθεια, ...
- blancheur στα ελληνικά - λευκό, άσπρος, λευκός, λευκότητα, λευκότητας, της λευκότητας, λευκάδας, ...
- bureaucrate στα ελληνικά - γραφειοκρατία, γραφειοκράτης, γραφειοκράτη, γραφειοκράτες, γραφειοκρατών
- ceignez στα ελληνικά - ζώνομαι, περιβάλλω, ζώνω, ζώστε, να ζώσει
Τυχαίες λέξεις
Dévêtir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γυμνώνω, εκδύω, γδύνομαι, γδύνω, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις: γυμνώνω, εκδύω, γδύνομαι, γδύνω, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι