Distraction στα ελληνικά
Μετάφραση: distraction, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενασχόληση, απασχόληση, αμελώ, παιχνίδι, επιτόκιο, παρέκβαση, τόκος, αμέλεια, ενδιαφέρον, χόμπι, ψυχαγωγία, αναψυχή, παρεκτροπή, περισπασμός, απόσπαση της προσοχής, διάσπαση της προσοχής, αποσπά την προσοχή, περισπασμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acquièrent στα ελληνικά - αποκτώ, αποκτούν, να αποκτήσουν, αποκτήσουν, αποκτά, αποκτήσει
- bradons στα ελληνικά - πουλώ, εκποιώ
- causés στα ελληνικά - προκαλείται, προκαλούνται, που προκαλείται, που προκαλούνται, προκάλεσε
- choquons στα ελληνικά - σοκ, κραδασμός, κρούση
Τυχαίες λέξεις
Distraction στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενασχόληση, απασχόληση, αμελώ, παιχνίδι, επιτόκιο, παρέκβαση, τόκος, αμέλεια, ενδιαφέρον, χόμπι, ψυχαγωγία, αναψυχή, παρεκτροπή, περισπασμός, απόσπαση της προσοχής, διάσπαση της προσοχής, αποσπά την προσοχή, περισπασμό
Μεταφράσεις: ενασχόληση, απασχόληση, αμελώ, παιχνίδι, επιτόκιο, παρέκβαση, τόκος, αμέλεια, ενδιαφέρον, χόμπι, ψυχαγωγία, αναψυχή, παρεκτροπή, περισπασμός, απόσπαση της προσοχής, διάσπαση της προσοχής, αποσπά την προσοχή, περισπασμό