Λέξη: παράθυρο

Σχετικές λέξεις: παράθυρο

παράθυρο καθρέφτης, παράθυρο στα όνειρα, παράθυρο αλουμινίου τιμή, παράθυρο πολίτης, παράθυρο στον ήλιο, παράθυρο στην εκπαίδευση, παράθυρο johari, παράθυρο με ανάκληση, παράθυρο στον ήλιο της ερτ (1994), παράθυρο ονειροκριτης

Συνώνυμα: παράθυρο

παραθυρόφυλλο

Μεταφράσεις: παράθυρο

παράθυρο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
window, box, pane, the window

παράθυρο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ventana, ventana de, la ventana, ventana del, window

παράθυρο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fensterscheibe, bildschirmfenster, fenster, Fenster, Fensters

παράθυρο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hublot, devanture, vasistas, fenêtre, guichet, soupirail, vitre, la fenêtre, fenêtre de, window, fenêtres

παράθυρο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
finestrino, finestra, finestra di, la finestra, window, finestra del

παράθυρο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
janela, bilheteira, vento, janela de, a janela, window, janela do

παράθυρο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
raam, venster, window, scherm

παράθυρο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
окошко, окно, иллюминатор, люк, витрина, стекла, окна, окне

παράθυρο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vindu, vinduet, window

παράθυρο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fönster, fönstret

παράθυρο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ikkuna, akkuna, window, ikkunaan, ikkunan, ikkunassa

παράθυρο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vindue, vinduet

παράθυρο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okénko, výklad, okno, výloha, okenní, window, okna

παράθυρο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
okienko, okno, wziernik, witryna, windowanie, szyba, okna, oknie, okien

παράθυρο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ablak, ablakhoz, window, ablakban, ablakot

παράθυρο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pencere, ayna, window, Pencereyi, penceresi, cam

παράθυρο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вітряки, вікно

παράθυρο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
penxhere, dritare, dritarja, dritare e, dritare të, dritaren

παράθυρο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прозорец, прозореца, прозорци

παράθυρο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вакно, акно

παράθυρο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tuuleveski, aken, aknas, akna, tagaklaasi, window

παράθυρο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
okno, otvor, prozor, prozoru, prozora, se prozor, prozor za

παράθυρο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gluggi, glugga, gluggann, glugganum, glugginn

παράθυρο στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
fenestra

παράθυρο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
langas, langą, lango, langų, lange

παράθυρο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
logs, logu, stikla, loga, logā

παράθυρο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
прозорцот, прозорец, прозорецот, на прозорецот, прозорецот за, прозорецот на

παράθυρο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fereastră, window, fereastra, ferestre, ferestrei

παράθυρο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
okno, okna, window, oken, oknu

παράθυρο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
okno, okna, obrazovka

Στατιστικά δημοτικότητας: παράθυρο

Τυχαίες λέξεις