Doux στα ελληνικά

Μετάφραση: doux, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυκός, μάνα, γαλήνιος, ηδύφωνος, μετριάζω, μαλακός, χαμηλός, ακίνητος, σιωπηλός, απαλός, φιλικός, μέτριος, ξεκουραστικός, ωραίος, μαμά, τρυφερός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές
Doux στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adonnant στα ελληνικά - ασχολούνται, που ασχολούνται, ασχολείται, εμπλακεί, ασχολούνται με
  • affecte στα ελληνικά - επηρεάζουν, επηρεάσει, επηρεάσουν, επηρεάζει, να επηρεάσει
  • aiguiseur στα ελληνικά - ξύστρα, ακονιστήρι, sharpener, τροχιστικού, ακονιστής
  • anthropologue στα ελληνικά - ανθρωπολόγος, ανθρωπολόγο, ανθρωπολόγου, ο ανθρωπολόγος, η ανθρωπολόγος
Τυχαίες λέξεις
Doux στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυκός, μάνα, γαλήνιος, ηδύφωνος, μετριάζω, μαλακός, χαμηλός, ακίνητος, σιωπηλός, απαλός, φιλικός, μέτριος, ξεκουραστικός, ωραίος, μαμά, τρυφερός, γλυκό, γλυκιά, γλυκά, γλυκές