Empois στα ελληνικά
Μετάφραση: empois, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολλαρίζω, άμυλο, αμύλου, το άμυλο, του αμύλου, σε άμυλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjugées στα ελληνικά - απονεμηθεί, απονέμεται, απονέμονται, απονεμήθηκε, χορηγούνται
- adossée στα ελληνικά - Backed, από αντίγραφα, εξασφαλισμένους, από αντίγραφα ασφαλείας, εξασφαλισμένους με
- cascadeur στα ελληνικά - αποχαύνωση, σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, αποβλάκωση, κασκαντέρ, stuntman
Τυχαίες λέξεις
Empois στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολλαρίζω, άμυλο, αμύλου, το άμυλο, του αμύλου, σε άμυλο
Μεταφράσεις: κολλαρίζω, άμυλο, αμύλου, το άμυλο, του αμύλου, σε άμυλο