Enseigner στα ελληνικά
Μετάφραση: enseigner, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανερώνω, εμφαίνω, αιχμή, στίγμα, επισημαίνω, σπουδές, σπουδάζω, δείχνω, σχολείο, γραφείο, μελέτη, διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absorbe στα ελληνικά - απορροφά, απορροφά το, απορροφά την, απορροφούν, απορροφάται
- anticipés στα ελληνικά - αναμένεται, αναμενόμενη, Προβλέπεται, αναμενόμενα, αναμενόταν
- barbouillé στα ελληνικά - αλείψει, αλείφεται, smeared, κηλίδες, μουτζούρες
- caveau στα ελληνικά - τάφος, κάβα, θόλος, θόλο, θησαυροφυλάκιο, καμάρας, υπόγειο θάλαμο
Τυχαίες λέξεις
Enseigner στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανερώνω, εμφαίνω, αιχμή, στίγμα, επισημαίνω, σπουδές, σπουδάζω, δείχνω, σχολείο, γραφείο, μελέτη, διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει
Μεταφράσεις: φανερώνω, εμφαίνω, αιχμή, στίγμα, επισημαίνω, σπουδές, σπουδάζω, δείχνω, σχολείο, γραφείο, μελέτη, διδάσκω, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, διδάσκει