Λέξη: στήθος
Σχετικές λέξεις: στήθος
στήθος ονειροκρίτης, στήθος κοτόπουλο γεμιστό, στήθος κοτόπουλο στο τηγάνι, στήθος κοτόπουλο κοκκινιστό, στήθος κοτόπουλο θερμίδες, στήθος εγκυμοσύνη, στήθος κοτόπουλο βραστό, στήθος κοτόπουλο, στήθος κοτόπουλο συνταγές, στήθος γαλοπούλας, πόνος στο στήθος
Συνώνυμα: στήθος
προτομή, μπούστος, κιβώτιο, κασσέλα, μπαούλο, κομό, στέρνο, μαστός
Μεταφράσεις: στήθος
στήθος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chest, breast, bust, bosom, breasts
στήθος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pechuga, cofre, pecho, caja, arca, seno, el pecho, tórax, del pecho, de pecho
στήθος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kiste, lade, brust, busen, brustkasten, schrein, koffer, trotzen, kasten, truhe, brustkorb, Brust, der Brust, Brustkorb
στήθος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
boîte, mamelle, nichon, coffret, coffre, écrin, commode, poitrine, bahut, sein, torse, thorax, la poitrine, thoracique
στήθος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
torace, tetta, mammella, valigia, seno, cassapanca, cassone, petto, cassa, toracico, al petto
στήθος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arca, caixa, teta, colo, peito, mala, armário, seio, tórax, baú, mama, no peito, torácica
στήθος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mam, kas, boezem, tiet, borst, bak, kist, borstkas, de borst, op de borst
στήθος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ящик, сундук, короб, грудь, фонд, казна, грудинка, казначейство, комод, совесть, ларь, душа, груди, в груди, грудной клетки, грудной
στήθος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kiste, barm, bryst, brystkasse, brystet, fargede
στήθος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
barm, lår, bröst, kista, bröstet, bröstkorgen, bröstkorg
στήθος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
etumus, lipas, arkku, tissi, rintakehä, ryntäät, rinta, nisä, povi, kirstu, sydän, rinnassa, rintakehän, rinnan, rintaan
στήθος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kiste, bryst, brystet, i brystet, brystkassen
στήθος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hrudník, hruď, pokladna, prsa, truhla, ňadra, skříňka, bedna, skříň, prs, ňadro, hrudi, hrudníku, na hrudi
στήθος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szkatułka, sutek, gors, przodek, skrzynia, kufer, klatka, sutka, pierś, piersiowy, klatki piersiowej, chest
στήθος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szügy, láda, pénztár, szekrény, mellehúsa, mellkas, mellkasi, mellkasát, mellkasa, mellkasán
στήθος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sandık, meme, göğüs, akciğer, toraks, gö¤üs
στήθος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скарбниця, переборювати, бороти, підніматися, шухляда, шухляду, казна, груди, скриню, грудь
στήθος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kraharor, gji, gjoks, sisë, gjoksi, gjoksin, kraharori, gjoks të
στήθος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бюст, гърда, гръден кош, сандък, гърдите, в гърдите, гръдния кош
στήθος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
грудзi, грудзі
στήθος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
laegas, rind, kirst, rinnus, rindkere, rindkeres, rinna
στήθος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prsi, grudi, dojka, kovčeg, njedra, sanduk, dojke, prsa, škrinja, prsima, u prsima
στήθος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
brjóst, bringa, kista, brjósti, fyrir brjósti, brjóstverkur, bringu
στήθος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
pectus, papilla
στήθος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krūtis, krūtinė, dėžė, skrynia, krūtinės ląsta, krūtinės, krūtinėje
στήθος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
krūtis, krūts, krūškurvis, kaste, lāde, krūtīs, krūšu, krūškurvja
στήθος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
градите, во градите, градниот кош, на градите, градна
στήθος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sân, piept, pieptul, în piept, toracică, in piept
στήθος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
skrinjica, komora, prsi, bedna, prsih, v prsih, prsnega koša, prsnem košu
στήθος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
komora, kaď, prsia, prs, ňadro, debna, hruď, hrude, hrudník, hrudi
Στατιστικά δημοτικότητας: στήθος
Τυχαίες λέξεις