Excitable στα ελληνικά
Μετάφραση: excitable, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευέξαπτος, ευερέθιστος, διεγέρσιμα, ευερέθιστη, ευερέθιστα, να διεγερθούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- audits στα ελληνικά - έλεγχοι, ελέγχους, ελέγχων, τους ελέγχους, λογιστικούς ελέγχους
- ballast στα ελληνικά - σαβούρα, σαβουρώνω, έρμα, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο
- bridon στα ελληνικά - κλέβω, χαλινάρι, υποχάλινος, snaffle
- chipoter στα ελληνικά - αισθάνομαι, υφή, δάκτυλο, νιώθω, παζαρεύω, σοφιστεία, σόφισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Excitable στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευέξαπτος, ευερέθιστος, διεγέρσιμα, ευερέθιστη, ευερέθιστα, να διεγερθούν
Μεταφράσεις: ευέξαπτος, ευερέθιστος, διεγέρσιμα, ευερέθιστη, ευερέθιστα, να διεγερθούν