Exploit στα ελληνικά

Μετάφραση: exploit, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διενέργεια, προσπάθεια, αξιοποιώ, επίτευξη, κατόρθωμα, άθλος, feat, άθλο, επίτευγμα
Exploit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abomine στα ελληνικά - αποστρέφομαι, μισώ, βδελύσσομαι, απεχθάνομαι
  • accrochent στα ελληνικά - συνδέομαι, προσκολλώμαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
  • bâclent στα ελληνικά - ασφαλίζω, διασφαλίζω, ασφαλής, εδραιώνω, κακοτεχνώ, κακοφτιάχνω, μπάλωμα, ...
  • capitulation στα ελληνικά - πέφτω, πτώση, εκπίπτω, παραδίδω, συνθηκολόγηση, συνθηκολόγησης, τη συνθηκολόγηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Exploit στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διενέργεια, προσπάθεια, αξιοποιώ, επίτευξη, κατόρθωμα, άθλος, feat, άθλο, επίτευγμα