Λέξη: πλημμύρα

Σχετικές λέξεις: πλημμύρα

πλημμύρα στη σερβία, πλημμύρα στη ροδο, πλημμύρα στη βεργη σερρων, πλημμύρα στη μαύρη θάλασσα, πλημμύρα ονειροκρίτης, πλημμύρα σερβια, πλημμύρα στο αργος, πλημμύρα στιχοι, πλημμύρα όνειρο, πλημμύρα αθήνα 1977

Συνώνυμα: πλημμύρα

κατακλυσμός, πλημύρα, ραγδαία βροχή

Μεταφράσεις: πλημμύρα

πλημμύρα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
avalanche, flood, flooding, inundation, flood of

πλημμύρα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alud, avalancha, inundación, diluvio, inundaciones, de inundación, de inundaciones

πλημμύρα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Flut, Überschwemmung, Hochwasser

πλημμύρα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
avalanche, inondation, inondations, crues, crue, déluge

πλημμύρα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
slavina, lavina, valanga, alluvione, inondazione, diluvio, piena, flood

πλημμύρα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
avalanche, avalanches, inundação, dilúvio, enchente, de inundação, de inundações

πλημμύρα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lawine, overstroming, vloed, zondvloed, overstromingen, stroom

πλημμύρα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
град, лавина, лава, поток, наводнение, наводнений, наводнения, потоп

πλημμύρα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skred, snøskred, lavine, flom, flommen, oversvømmelse, vannflommen

πλημμύρα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lavin, översvämning, översvämnings, översvämningar, flod, av översvämnings

πλημμύρα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
maavyöry, vyöry, lumivyöry, kivivyöry, tulva, tulvien, tulvan, tulviin

πλημμύρα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lavine, sneskred, oversvømmelse, oversvømmelser, oversvømmelsen, for oversvømmelser, strøm

πλημμύρα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lavina, příval, povodeň, povodňových, povodňové, protipovodňové, protipovodňových

πλημμύρα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lawina, powódź, potop, powodziowym, powodziowego, powodzi

πλημμύρα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lavina, árvíz, árvízi, árvizek, az árvíz, árvízvédelmi

πλημμύρα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sel, taşkın, flood, tufan, su baskını

πλημμύρα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
град, лавина, потік, повінь, повені

πλημμύρα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ortek, përmbytje, përmbytjet, nga përmbytjet, përmbytja, përmbytjeve

πλημμύρα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лавина, срутване, наводнение, потоп, наводнения, от наводнения, на наводненията

πλημμύρα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паводка, паводку

πλημμύρα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
laviin, üleujutus, üleujutuste, üleujutusriski, üleujutuse, üleujutusohu

πλημμύρα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
lavina, usov, poplava, od poplava, poplave, poplavnim, potop

πλημμύρα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flóð, flóðið, flóða, flóði, flóðum

πλημμύρα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lavina, griūtis, potvynis, potvynių, potvynio, nuo potvynių, tvanas

πλημμύρα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lavīna, plūdi, plūdu, plūdu radītu, plūdiem, pretplūdu

πλημμύρα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лавина, од поплави, поплави, поплава, потоп, поплавата

πλημμύρα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
avalanşă, inundație, potop, inundații, de inundații, inundațiilor

πλημμύρα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lavna, poplav, poplava, poplavami, poplavne, pred poplavami

πλημμύρα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
povodeň, povodne

Στατιστικά δημοτικότητας: πλημμύρα

Τυχαίες λέξεις