Fissurer στα ελληνικά

Μετάφραση: fissurer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θλάση, ξεσπώ, θραύση, ξέσπασμα, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Fissurer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • appauvri στα ελληνικά - ξεπεσμένος, φτωχή, φτωχές, εξαθλιωμένη, φτωχοί
  • commercialisent στα ελληνικά - αγορά, αγοράς, της αγοράς, στην αγορά
Τυχαίες λέξεις
Fissurer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θλάση, ξεσπώ, θραύση, ξέσπασμα, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack