Λέξη: άγια

Σχετικές λέξεις: άγια

άγια σοφία, άγια νύχτα νότες, άγια μέρα ξημερώνει, άγια πάθη, άγια μετέωρα, άγια και πεθαμένα, άγια θεοφάνεια, άγια νύχτα, άγια νύχτα στίχοι, άγια ειρήνη

Μεταφράσεις: άγια

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
saint, holy, sacred, a holy, the holy
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
san, santo, saint, San, santa, de Saint
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heiliger, heilige, sankt, ideal, Heilige, saint, Heiligen, Heiliger, Patron
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
idéal, saint, sacré, sacrée, sainte, de Saint
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
santo, saint, santa, san, di Saint
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
santo, ideal, santa, saint, São, de saint
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ideaal, heilige, Saint, Sint, van Saint
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
преподобный, угодник, пуританин, святой, священный, Санкт, святым, святого
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
helgen, saint, helgenen, i Saint
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
helgon, saint, helgonet, sainten
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyhimys, ihanteellinen, pyhä, Saint, pyhimyksen, pyhän
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
saint, helgen, sankt, i Saint
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svatý, Saint, světec, svatým, světcem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
święta, święty, saint, świętym, świętego
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szent, Saint, szentet
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mükemmel, aziz, ideal, saint, azizi, bir aziz, azize
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
священний, пуританин, святий, святої, святою, святій, святого
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shenjt, shenjtor, shenjti, shenjtë, saint
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
светец, Свети, Saint, Сен, светия
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
святой, святы, Сьвятой, сьвяты, св
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
püha, pühak, saint, pühaku, pühakuks
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
svetac, svetiti, posvetiti, sv., Saint, svetica, u Saint, sveca
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dýrlingur, Saint, Sankti, heilög, í Saint
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pavyzdys, idealas, šventasis, Saint, Sent, šventuoju, šventoji
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ideāls, paraugs, svētais, Saint, svēto, svētā, svēta
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
светителот, светец, светител, Свети, светецот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sfânt, ideal, Saint, sfant, sfînt, sfântă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
svatá, saint, svetnik, svetnica, svetnika, Sveti
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
svätec, svätý, Svatý, Svätá, sv, Saint

Στατιστικά δημοτικότητας: άγια

Τυχαίες λέξεις