Foncé στα ελληνικά
Μετάφραση: foncé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουχρός, σκούρος, δυσνόητος, σκοτεινός, μουντός, ζοφερός, μελαγχολικός, μελαχρινός, απαισιόδοξος, κρύβω, καταθλιπτικός, σκιώδης, σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agrandissant στα ελληνικά - διεύρυνση, διευρύνοντας, διεύρυνσης, τη διεύρυνση, διευρύνεται
- birmanie στα ελληνικά - Βιρμανία, Βιρμανίας, τη Βιρμανία, της Βιρμανίας, Μπούρμα
- chagrine στα ελληνικά - θλίβεται, λυπεί, θρηνεί, θλίβει, λυπάται
- combiner στα ελληνικά - συνενώνω, σύνθετος, συνδέω, κατατάσσομαι, συνδυάζω, ενοποιώ, ανακατώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Foncé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουχρός, σκούρος, δυσνόητος, σκοτεινός, μουντός, ζοφερός, μελαγχολικός, μελαχρινός, απαισιόδοξος, κρύβω, καταθλιπτικός, σκιώδης, σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα
Μεταφράσεις: μουχρός, σκούρος, δυσνόητος, σκοτεινός, μουντός, ζοφερός, μελαγχολικός, μελαχρινός, απαισιόδοξος, κρύβω, καταθλιπτικός, σκιώδης, σκοτάδι, σκούρο, σκοτεινό, σκοτεινή, σκούρα