Générez στα ελληνικά

Μετάφραση: générez, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννοβολώ, γεννώ, παράγω, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, οικοδομήσει
Générez στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afferma στα ελληνικά - μισθωμένο, μισθωμένων, μισθωμένα, μισθωμένες, μισθωμένου
  • canalisez στα ελληνικά - διοχέτευση, διοχέτευσης, διαύλων, channeling, τη διοχέτευση
  • chaudement στα ελληνικά - ζεστά, καυτό, έντονα, θερμά, hotly, φλέγον
  • commissionnant στα ελληνικά - θέση, ανάθεση, θέση σε, τη θέση, θέση σε λειτουργία
Τυχαίες λέξεις
Générez στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, γεννώ, παράγω, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, οικοδομήσει