Λέξη: τεχνοκρατία
Σχετικές λέξεις: τεχνοκρατία
τεχνοκρατία και ανθρώπινα ιδεώδη στο σοσιαλισμό, τεχνοκρατία ορισμός, τεχνοκρατία λεξικό
Μεταφράσεις: τεχνοκρατία
τεχνοκρατία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
technocracy, technocracy is
τεχνοκρατία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tecnocracia, la tecnocracia, tecnocracia de
τεχνοκρατία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
technokratie, Technokratie, die Technokratie, der Technokratie, Technokraten
τεχνοκρατία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
technocratie, la technocratie, technocratique, de la technocratie
τεχνοκρατία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tecnocrazia, della tecnocrazia, la tecnocrazia, tecnocratica, technocracy
τεχνοκρατία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tecnocracia, a tecnocracia, da tecnocracia, technocracy, tecnocrático
τεχνοκρατία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
technocratie, technocracy, de technocratie, technocratische, technocratie die
τεχνοκρατία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
технократия, технократии, технократы, технократию
τεχνοκρατία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
teknokrati, teknokratiet
τεχνοκρατία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
teknokrati, teknokratin, teknokrat, teknokrati som
τεχνοκρατία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
teknokratiaa, teknokratian, teknokratia, teknokratialle, teknologiavallalle
τεχνοκρατία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
teknokrati, teknokratiet, et teknokrati, teknokratisk
τεχνοκρατία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
technokracie, Technocracy
τεχνοκρατία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
technokracja, technokracją, technokracji
τεχνοκρατία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
technokrácia, technokráciának, a technokrácia, technokráciát, technokrácia a
τεχνοκρατία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
teknokrasi, technocracy, teknokrasinin
τεχνοκρατία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
технократія
τεχνοκρατία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
Technocracy
τεχνοκρατία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
технокрация, технокрацията
τεχνοκρατία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тэхнакратаў, тэхнакратыю, тэхнакратам, тэхнакрата, тэхнакратыі
τεχνοκρατία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tehnokraatia, teknokratian, tehnokraatiavoha, teknokratiaa, ja tehnokraatiavoha
τεχνοκρατία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tehnokrati, tehnokracija, tehnokracija koja, tehnokracija koja se
τεχνοκρατία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
technocracy
τεχνοκρατία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
technokratiją
τεχνοκρατία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tehnokrātija
τεχνοκρατία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
технократија
τεχνοκρατία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tehnocrația, tehnocrație, tehnocrației, tehnocrații, tehnocratie
τεχνοκρατία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tehnokracijo, tehnikracije, tehnokratizem
τεχνοκρατία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
technokracie, technokracia
Τυχαίες λέξεις