Gisement στα ελληνικά
Μετάφραση: gisement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσχώνω, χωράφι, τόπος, στρώμα, επαναθέτω, τομέας, ίζημα, πεδίο, κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, των καταθέσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accoutumer στα ελληνικά - εξοικειώνω, συνηθίζω, εγκλιματίζομαι, εξοικειώνομαι, συνηθίσουν, εξοικείωση, εξοικειωθούν, ...
- asséchés στα ελληνικά - αποξηραμένα, ξηρά, ξηραίνεται, ξηράνθηκαν, ξηραίνονται
- calculez στα ελληνικά - λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
- calculées στα ελληνικά - υπολογίζεται, υπολογίστηκε, υπολογιστεί, υπολογίζονται, που υπολογίζεται
Τυχαίες λέξεις
Gisement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσχώνω, χωράφι, τόπος, στρώμα, επαναθέτω, τομέας, ίζημα, πεδίο, κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, των καταθέσεων
Μεταφράσεις: προσχώνω, χωράφι, τόπος, στρώμα, επαναθέτω, τομέας, ίζημα, πεδίο, κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, των καταθέσεων