Graissage στα ελληνικά
Μετάφραση: graissage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γράσο, λίπανση, λιπαντικό, λίπανσης, λιπάνσεως, τη λίπανση, η λίπανση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abondamment στα ελληνικά - άφθονα, δαψιλώς, αφειδώς, απλόχερα
- abouti στα ελληνικά - αποτέλεσμα, είχε ως αποτέλεσμα, οδήγησε, ως αποτέλεσμα, προέκυψαν
- chiropracteur στα ελληνικά - χειροπράκτορας, χειροπρακτικό, χειροπράκτη, chiropractor, χειροπράκτης
- clapotis στα ελληνικά - λείανση, lapping, λείανση με αλοιφή, λείανση με, αγκαλιάζει
Τυχαίες λέξεις
Graissage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γράσο, λίπανση, λιπαντικό, λίπανσης, λιπάνσεως, τη λίπανση, η λίπανση
Μεταφράσεις: γράσο, λίπανση, λιπαντικό, λίπανσης, λιπάνσεως, τη λίπανση, η λίπανση