Guérissons στα ελληνικά
Μετάφραση: guérissons, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παστώνω, αλατίζω, καπνίζω, θεραπεύω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Μεταφράσεις
- affûtant στα ελληνικά - ακόνισμα, ακονισμα, όξυνση, όξυνσης, ακονίσματος
- assermentation στα ελληνικά - Οι όρκοι, όρκοι, όρκους, τους όρκους, όρκους ανάληψης
Τυχαίες λέξεις
Guérissons στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παστώνω, αλατίζω, καπνίζω, θεραπεύω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Μεταφράσεις: παστώνω, αλατίζω, καπνίζω, θεραπεύω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται