Hésiter στα ελληνικά

Μετάφραση: hésiter, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμένω, καθυστερώ, αμφιρρέπω, βραδυπορώ, επιμένω, χρονοτριβώ, καθυστέρηση, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, διστάζετε
Hésiter στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adjugés στα ελληνικά - απονεμηθεί, απονέμεται, απονέμονται, απονεμήθηκε, χορηγούνται
  • affrétées στα ελληνικά - ναυλωμένο, ορκωτών, ναυλωμένα, ορκωτό, ορκωτούς
  • amassés στα ελληνικά - έθεσε, ανέκυψαν, προέβαλε, αυξηθεί, εγείρει
  • climatisent στα ελληνικά - air-condition, κλιματισμό, κλιματισμός, κλιματιστικό
Τυχαίες λέξεις
Hésiter στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμένω, καθυστερώ, αμφιρρέπω, βραδυπορώ, επιμένω, χρονοτριβώ, καθυστέρηση, διστάζω, διστάσετε, διστάσει, διστάζουν, διστάζετε