Καθυστέρηση στα γαλλικά

Μετάφραση: καθυστέρηση, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
reporter, suspendre, transférer, sursis, remettre, agression, ajourner, surseyons, muter, attaque, surseyant, retard, temporiser, reculer, surseoir, différer, délai, tarder, délais, retards
Καθυστέρηση στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθυστέρηση

καθυστέρηση περιόδου λόγω αντιβίωσης, καθυστέρηση 4 ημερών, καθυστέρηση 10 ημερών, καθυστέρηση περιόδου, καθυστέρηση και αρνητικό τεστ εγκυμοσύνης, καθυστέρηση λεξικό γλώσσας γαλλικά, καθυστέρηση στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • καθοριστικός στα γαλλικά - délibéré, péremptoire, décisif, affirmatif, tranchant, ferme, décidé, ...
  • καθρέφτης στα γαλλικά - refléter, miroiter, répercuter, rétroviseur, glace, renvoyer, miroir, ...
  • καθυστερημένος στα γαλλικά - lent, régressif, tardif, attardé, arriéré, rétrograde, arrière, ...
  • καθυστερούμενα στα γαλλικά - arriéré, arrérages, retard, arriérés, des arriérés
Τυχαίες λέξεις
Καθυστέρηση στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: reporter, suspendre, transférer, sursis, remettre, agression, ajourner, surseyons, muter, attaque, surseyant, retard, temporiser, reculer, surseoir, différer, délai, tarder, délais, retards