Incendiaire στα ελληνικά

Μετάφραση: incendiaire, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυρκαγιά, παθιασμένος, απολύω, εύφλεκτος, πυροβολώ, καύσιμος, φωτιά, φλογερός, εμπρηστικός, εμπρηστής, εμπρηστικές, εμπρηστική, εμπρηστικά, εμπρηστικών
Incendiaire στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accusés στα ελληνικά - υπόδικος, κατηγορούμενος, κατηγορείται, κατηγόρησε, κατηγορούνται, κατηγορηθεί
  • carbonisés στα ελληνικά - απανθρακωμένα, απανθρακωμένη, απανθρακωμένο, απανθρακωμένοι, απανθρακωμένων
  • carter στα ελληνικά - περιτύλιγμα, κουτί, κιβώτιο, πλαίσιο, παράθυρο, box
  • cigogne στα ελληνικά - τρικυμία, πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Τυχαίες λέξεις
Incendiaire στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυρκαγιά, παθιασμένος, απολύω, εύφλεκτος, πυροβολώ, καύσιμος, φωτιά, φλογερός, εμπρηστικός, εμπρηστής, εμπρηστικές, εμπρηστική, εμπρηστικά, εμπρηστικών