Indépendamment στα ελληνικά

Μετάφραση: indépendamment, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
της], κατέχω, ανεξάρτητα, ανεξαρτήτως, ανεξάρτητα από, ασχέτως
Indépendamment στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alimentai στα ελληνικά - διατροφής γι
  • allaitent στα ελληνικά - θηλάζω, θηλασμός, θηλασμού, θηλασμό, του θηλασμού, ο θηλασμός
  • brider στα ελληνικά - αναχαιτίζω, μετριάζω, περιλαμβάνω, σφίγγω, χαλιναγωγώ, μέτριος, περιέχω, ...
  • broutées στα ελληνικά - πλοηγηθεί, περιήγηση, περιηγηθεί, βιαστικά, πλοηγηθεί σε
Τυχαίες λέξεις
Indépendamment στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: της], κατέχω, ανεξάρτητα, ανεξαρτήτως, ανεξάρτητα από, ασχέτως