Ανώμαλο στα αγγλικά

Μετάφραση: ανώμαλο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
irregular, rough, abnormal, uneven, bumpy, anomalous
Ανώμαλο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανώμαλο

ανώμαλο φαινόμενο hall, ανώμαλο θερμίδες, γλυκό ανώμαλο, ανώμαλο φορτίο 1977, ανώμαλο φαινόμενο zeeman, ανώμαλο λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανώμαλο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανώδυνος στα αγγλικά - painless, anodyne, a painless
  • ανώμαλα στα αγγλικά - irregularly, abnormally, abnormal, rough, anomalous, irregular
  • ανώμαλος στα αγγλικά - abnormal, irregular, anomalous, spotty, bumpy, rough
  • ανώνυμος στα αγγλικά - anonymous, nameless, unnamed, an anonymous, public limited
Τυχαίες λέξεις
Ανώμαλο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: irregular, rough, abnormal, uneven, bumpy, anomalous