Λέξη: περιπολία

Σχετικές λέξεις: περιπολία

η περιπολία, περιπολία 2013, εποχούμενη περιπολία, περιπολία (2012), αντιφασιστική παρέμβαση-περιπολία, περιπολία με θαλάσσια ποδήλατα, περιπολία ταινία, νυχτερινή περιπολία, αντιφασιστική περιπολία, περιπολία end of watch

Συνώνυμα: περιπολία

ρυθμός, παλμός, κτύπος, πλήγμα, ρυθμός της μουσικής, περίπολος, φρουρός

Μεταφράσεις: περιπολία

περιπολία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
patrol, beat, patrolling, patrolled, patrols

περιπολία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rondar, patrullar, ronda, patrulla, patrulla de, de patrulla, la patrulla, patrullaje

περιπολία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überwachen, streife, patrouille, Patrouille, Streife, patrouillieren, Patrouillen, Streifen

περιπολία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
patrouiller, patrouille, patrouilles, patrouille de, la patrouille, de patrouille

περιπολία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pattuglia, ronda, patrol, di pattuglia, pattuglia di

περιπολία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
patrulhe, paciente, patrulhar, patrulha, de patrulha, patrulha de, patrol, patrulhamento

περιπολία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
patrouille, patrouilleren, patrouille van, patrol, de Patrouille van

περιπολία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
предохранять, патруль, дозорный, охранять, патрульный, дозор, разъезд, барражировать, патрулирование, патрулировать, патрульная, патрульного

περιπολία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
patrulje, patrol, patruljen, patruljerer, patruljere

περιπολία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
patrull, patrullen, patrol

περιπολία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
partio, partiointi, partioida, patrol, partion, partiossa

περιπολία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
patrulje, patrol, patruljen, patruljering, patruljerer

περιπολία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
patrola, hlídkovat, hlídka, hlídky, patrol, hlídkový, hlídkové

περιπολία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
protektor, opiekun, zastęp, patrol, patrolować, patrolowy, patrolu, patrolowania, patrole

περιπολία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
járőr, őrjárat, járőrözés, őrjáratot, járőröző

περιπολία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
devriye, Patrol, Karakol, devriyesi, polis devriye

περιπολία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
патрулювати, патрулювання, патруль, охороняти

περιπολία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
patrullë, patrulla, patrullojnë, patrullë e, patrullimi

περιπολία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патрул, патрулен, патрулна, патрулната, патрулиране

περιπολία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
патруль

περιπολία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
patrull, patrulli, ringkäikude, patrol

περιπολία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
patroliranje, ophodnja, straža, izviđanje, patrola, patrolni, izvidnica

περιπολία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eftirlitsferð, Eftirlit, Eftirlit á, afskipti af

περιπολία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patrulis, patruliavimo, patrulinis, patrulių, priešgaisrinių patrulių

περιπολία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
patruļa, patruļas, patruļu, patrulēšanas, patrol

περιπολία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патрола, патролни, патролата, патролираат, патролно

περιπολία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
patrulă, patrulare, de patrulare, patrula, patrulă de

περιπολία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
patrol, patrulja, patruljiranje, patruljiranja, patrulje

περιπολία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hliadka, hlídka, hliadky, stráž
Τυχαίες λέξεις