Investiture στα ελληνικά

Μετάφραση: investiture, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διορισμός, ορισμός, χρίσμα, ραντεβού, συνάντηση, υποψηφιότητα, περιβολή, ανάληψη, ανάληψης, την ανάληψη, ανάληψη των
Investiture στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arrachés στα ελληνικά - σχισμένο, σχισμένη, σκισμένα, διχασμένη, σκισμένο
  • attentionne στα ελληνικά - προσεκτικός
  • canalisent στα ελληνικά - κανάλι, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Τυχαίες λέξεις
Investiture στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διορισμός, ορισμός, χρίσμα, ραντεβού, συνάντηση, υποψηφιότητα, περιβολή, ανάληψη, ανάληψης, την ανάληψη, ανάληψη των