Licence στα ελληνικά

Μετάφραση: licence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδεια, προνόμιο, επιτρέπω, βαθμός, φεύγω, επιχορήγηση, παραιτούμαι, επίδομα, πτυχίο, παρατάω, πτυχίο πανεπιστημίου, πτυχίο Bachelor, πτυχίου, πτυχίου Bachelor
Licence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affilions στα ελληνικά - προσχωρώ, προσκτώμαι
  • cheminot στα ελληνικά - του σιδηροδρομικού
  • citai στα ελληνικά - εισηγμένες, αναφέρεται, αναφέρονται, που αναφέρονται, ανέφερε
Τυχαίες λέξεις
Licence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδεια, προνόμιο, επιτρέπω, βαθμός, φεύγω, επιχορήγηση, παραιτούμαι, επίδομα, πτυχίο, παρατάω, πτυχίο πανεπιστημίου, πτυχίο Bachelor, πτυχίου, πτυχίου Bachelor